1. Λέξη
    επιτυχώς (επίρρημα) - (παρόμοια: επιτυχής - επιτυχία - επιτυχημένος)
  2. Συνώνυμα
    • καταπληκτικά
    • εξαιρετικά
    • αποτελεσματικά
    3
  3. Αντώνυμα
    • αποτυχημένα
    • άκαρπα
    • άτοκα
    3
  4. Ορισμός
    • Με τρόπο που οδηγεί σε επιτυχία.
    • Με τρόπο που φέρνει τα επιθυμητά αποτελέσματα.
    • Με τρόπο που επιτυγχάνει τους στόχους του.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ολοκλήρωσε το έργο επιτυχώς και έγραψε ιστορία.
    • Η ομάδα δούλεψε επιτυχώς για να φτάσει στον τελικό.
    • Επιλύθηκε επιτυχώς το πρόβλημα που αντιμετώπιζαν.
    3