Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
επιτυχώς (επίρρημα) - (παρόμοια:
επιτυχής
-
επιτυχία
-
επιτυχημένος
)
Συνώνυμα
καταπληκτικά
εξαιρετικά
αποτελεσματικά
3
Αντώνυμα
αποτυχημένα
άκαρπα
άτοκα
3
Ορισμός
Με τρόπο που οδηγεί σε επιτυχία.
Με τρόπο που φέρνει τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Με τρόπο που επιτυγχάνει τους στόχους του.
3
Παραδείγματα
Ολοκλήρωσε το έργο επιτυχώς και έγραψε ιστορία.
Η ομάδα δούλεψε επιτυχώς για να φτάσει στον τελικό.
Επιλύθηκε επιτυχώς το πρόβλημα που αντιμετώπιζαν.
3