Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ηλεκτρισμός (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
ηλεκτρικός
-
ηλεκτρικό
-
ηλεκτρονικός
-
ηλεκτροσόκ
-
ηλεκτρόνιο
-
ηλεκτρόδιο
)
Συνώνυμα
ρεύμα
ηλεκτρική ενέργεια
φως
3
Αντώνυμα
σκοτάδι
απραξία
2
Ορισμός
Μορφή ενέργειας που σχετίζεται με την ύπαρξη και την κίνηση ηλεκτρικών φορτίων.
Το φαινόμενο της ροής ηλεκτρικού ρεύματος σε έναν αγωγό.
Ο κλάδος της φυσικής που μελετά τα ηλεκτρικά φαινόμενα.
3
Παραδείγματα
Ο ηλεκτρισμός είναι απαραίτητος για τη λειτουργία πολλών συσκευών.
Χωρίς ηλεκτρισμό, η σύγχρονη ζωή θα ήταν πολύ διαφορετική.
Ο ηλεκτρισμός μπορεί να είναι επικίνδυνος αν δεν χειριζόμαστε τις ηλεκτρικές εγκαταστάσεις με προσοχή.
3