1. Λέξη
    ηλιακός (επίθετο) - (παρόμοια: ηλιακή - κοιλιακός - παραλιακός)
  2. Συνώνυμα
    • ηλιακός
    • ηλιακό
    • ηλιακή
    • ηλιακές
    • ηλιακού
    • ηλιακών
    6
  3. Αντώνυμα
    • νυχτερινός
    • σκοτεινός
    • συννεφιασμένος
    3
  4. Ορισμός
    • που σχετίζεται με τον ήλιο
    • που προέρχεται από τον ήλιο
    • που λειτουργεί με την ενέργεια του ήλιου
    3
  5. Παραδείγματα
    • Η ηλιακή ενέργεια είναι ανανεώσιμη πηγή ενέργειας.
    • Το ηλιακό σύστημα περιλαμβάνει τον Ήλιο και όλους τους πλανήτες που περιστρέφονται γύρω του.
    • Το σπίτι έχει ηλιακό θερμοσίφωνα.
    3