Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κανόνες (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
κανόνι
-
κανόνας
-
κανό
)
Συνώνυμα
κανονισμοί
νομοθεσίες
διατάξεις
3
Αντώνυμα
αταξία
ανομία
αναρχία
3
Ορισμός
Οι κανόνες είναι ένα σύνολο οδηγιών ή προτύπων που καθορίζουν τη συμπεριφορά ή τη λειτουργία μιας ομάδας ή ενός συστήματος.
Οι κανόνες μπορούν να αναφέρονται σε επίσημους νόμους ή κανονισμούς που πρέπει να ακολουθούνται.
2
Παραδείγματα
Οι κανόνες του παιχνιδιού πρέπει να τηρούνται από όλους τους παίκτες.
Η σχολή έχει αυστηρούς κανόνες σχετικά με την εμφάνιση των μαθητών.
2