1. Λέξη
    καταγγέλλω (ρήμα) - (παρόμοια: αναγγέλλω - καταβάλλω - απαγγέλλω - καταγγελία - παραγγέλλω - καταταγώ)
  2. Συνώνυμα
    • αναγγέλλω
    • δηλώνω
    • ανακοινώνω
    3
  3. Αντώνυμα
    • αποσιωπώ
    • κρύβω
    • σιωπώ
    3
  4. Ορισμός
    • να ανακοινώνω δημοσίως κάτι, συνήθως με επίσημο ή δημόσιο τρόπο
    • να κατηγορώ κάποιον δημοσίως για κάτι
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο υπουργός θα καταγγείλει τα νέα μέτρα στο βράδυ.
    • Ο πολίτης κατέγγειλε τη διαφθορά στις τοπικές αρχές.
    2