Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
καταταγώ (ρήμα) - (παρόμοια:
καταγώγιο
-
κατατρώω
-
καταγωγή
-
καταγραφή
-
κατατόπιο
-
κατατεθέν
-
καταγράψω
-
κατατάσσω
-
καταγράφω
-
καταγγέλλω
-
καταγγελία
)
Συνώνυμα
ταξινομώ
τακτοποιώ
οργανώνω
3
Αντώνυμα
αποδιοργανώνω
χαλάω
ανακατεύω
3
Ορισμός
Τοποθετώ κάτι σε μια συγκεκριμένη σειρά ή κατηγορία.
Οργανώνω ή τακτοποιώ σύμφωνα με ένα σύστημα.
2
Παραδείγματα
Ο δάσκαλος θα κατατάξει τις εργασίες των μαθητών ανάλογα με την ποιότητά τους.
Η βιβλιοθήκη κατατάσσει τα βιβλία σύμφωνα με το θέμα τους.
2