Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κατανάλωση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
κατανόηση
-
κατανοώ
-
καταντώ
-
κατασκήνωση
)
Συνώνυμα
χρήση
καταναγκασμός
δαπάνη
3
Αντώνυμα
αποταμίευση
οικονομία
συντήρηση
3
Ορισμός
Η διαδικασία κατά την οποία χρησιμοποιούνται ή καταναλώνονται αγαθά ή υπηρεσίες.
Η ποσότητα ενός προϊόντος ή υπηρεσίας που καταναλώνεται από ένα άτομο ή μια ομάδα.
Στη βιολογία, η διαδικασία κατά την οποία ένας οργανισμός χρησιμοποιεί θρεπτικά συστατικά για ενέργεια και ανάπτυξη.
3
Παραδείγματα
Η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας αυξάνεται κατά τους χειμερινούς μήνες.
Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα υγείας.
Η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών συμβάλλει σε μια ισορροπημένη διατροφή.
3