Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
καταντάω (ρήμα) - (παρόμοια:
καταντώ
-
κατανοώ
-
κατανομή
-
κατανόηση
-
κατανοήσω
)
Συνώνυμα
φτάνω
έρχομαι
αφικνούμαι
3
Αντώνυμα
φεύγω
αποχωρώ
απομακρύνομαι
3
Ορισμός
1. Φτάνω σε ένα συγκεκριμένο σημείο ή κατάσταση.
2. Ολοκληρώνω ένα ταξίδι ή μια διαδρομή.
3. Φτάνω σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο ή στάδιο.
3
Παραδείγματα
Μετά από ώρες οδήγησης, καταντάμε στο χωριό.
Οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν σε συμφωνία.
Η εργασία του καταντά σε υψηλά επίπεδα ποιότητας.
3