1. Λέξη
    κατανομή (ουσιαστικό) - (παρόμοια: κατανοώ - κατανοήσω - κατανοητός - καταντώ - καταντάω - κατανόηση)
  2. Συνώνυμα
    • διανομή
    • μοιρασιά
    • διαχείριση
    • καταμερισμός
    4
  3. Αντώνυμα
    • συγκέντρωση
    • συσσώρευση
    2
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του μοιράζω, δηλαδή της διαίρεσης κάποιου πράγματος σε μέρη και της διάθεσής τους σε διάφορους.
    • Η διαδικασία της διάθεσης πόρων, προϊόντων ή υπηρεσιών σε διάφορους τομείς ή άτομα.
    • Στη στατιστική, η κατανομή αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο οι τιμές μιας μεταβλητής κατανέμονται σε ένα σύνολο δεδομένων.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Η κατανομή των τροφίμων στους πληγέντες έγινε με δίκαιο τρόπο.
    • Η εταιρεία ασχολείται με την κατανομή ηλεκτρικής ενέργειας σε ολόκληρη τη χώρα.
    • Στη στατιστική, η κανονική κατανομή είναι πολύ σημαντική.
    3