Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
καταφθάνω (ρήμα) - (παρόμοια:
καταφέρνω
-
καταλαμβάνω
-
καταπίνω
-
καταφέρω
)
Συνώνυμα
φτάνω
επιτυγχάνω
καταλήγω
3
Αντώνυμα
αποτυγχάνω
αποχωρώ
2
Ορισμός
Φτάνω σε ένα συγκεκριμένο σημείο ή κατάσταση.
Επιτυγχάνω έναν στόχο ή ένα αποτέλεσμα.
Καταλήγω σε μια συγκεκριμένη κατάσταση.
3
Παραδείγματα
Μετά από ώρες δρόμου, καταφθάσαμε στο ξενοδοχείο.
Προσπάθησε πολύ και τελικά κατάφθασε να περάσει τις εξετάσεις.
Μετά από πολλές δυσκολίες, καταφθάνουμε στην απόφαση να συνεργαστούμε.
3