Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κερνάω (ρήμα) - (παρόμοια:
κερνά
-
κερνώ
-
ξερνάω
-
γερνάω
-
περνάω
)
Συνώνυμα
φιλεύω
χορηγώ
προσφέρω
3
Αντώνυμα
ζητιανεύω
αιτώ
2
Ορισμός
Προσφέρω κάτι σε κάποιον, συνήθως φαγητό ή ποτό, χωρίς αντάλλαγμα.
Φιλοξενώ κάποιον προσφέροντάς του φαγητό ή ποτό.
2
Παραδείγματα
Σήμερα κέρασα τους φίλους μου σε ένα εστιατόριο.
Όταν πηγαίνουμε στο σπίτι της γιαγιάς, μας κερνάει πάντα γλυκά.
2