Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κεχαριτωμένη (επίθετο) - (παρόμοια:
χαριτωμένο
-
χαριτωμένος
-
τσιτωμένη
)
Συνώνυμα
ευλογημένη
χαριτωμένη
αγαπημένη
3
Αντώνυμα
αποκρουστική
απεχθής
δυσάρεστη
3
Ορισμός
Που έχει λάβει τη χάρη του Θεού.
Που χαρακτηρίζεται από χάρη και γοητεία.
2
Παραδείγματα
Η Παναγία είναι η κεχαριτωμένη από τον Θεό.
Η κεχαριτωμένη συμπεριφορά της έκανε όλους να την αγαπούν.
2