Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κοινωνικός (επίθετο) - (παρόμοια:
αντικοινωνικός
-
κοινοτικός
-
κοινωνία
-
κοινωνιολογία
-
κοινός
-
κυνικός
)
Συνώνυμα
ευγενικός
φιλικός
εξωστρεφής
3
Αντώνυμα
αντικοινωνικός
μοναχικός
απομονωμένος
3
Ορισμός
που χαρακτηρίζεται από την τάση να συναναστρέφεται με άλλους ανθρώπους και να απολαμβάνει την κοινωνική επαφή.
που αναφέρεται ή σχετίζεται με την κοινωνία ή τις κοινωνικές σχέσεις.
2
Παραδείγματα
Ο Γιάννης είναι πολύ κοινωνικός και πάντα βρίσκει ευκαιρίες να γνωρίσει νέα άτομα.
Η κοινωνική συμπεριφορά είναι σημαντική για την ανάπτυξη των διαπροσωπικών σχέσεων.
2