1. Λέξη
    κοινός (επίθετο) - (παρόμοια: κοινό - κοντινός - κοινότητα - κοινοτικός - κοινότυπος - κοινωνικός)
  2. Συνώνυμα
    • συνηθισμένος
    • συχνός
    • τυπικός
    3
  3. Αντώνυμα
    • ασυνήθης
    • ιδιαίτερος
    • εξαιρετικός
    3
  4. Ορισμός
    • που απαντάται συχνά ή είναι γνωστός σε πολλούς
    • που δεν διακρίνεται για κάτι ιδιαίτερο ή ξεχωριστό
    • που ανήκει ή αναφέρεται σε πολλούς ή σε όλους
    3
  5. Παραδείγματα
    • Είναι ένας κοινός άνθρωπος χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις.
    • Η κοινή γνώμη συχνά επηρεάζεται από τα μέσα ενημέρωσης.
    • Αυτή η λέξη είναι πολύ κοινή στην καθημερινή ομιλία.
    3