1. Λέξη
    κουνελάκι (ουσιαστικό) - (παρόμοια: κουταλάκι - κουδουνάκι - φανελάκι)
  2. Συνώνυμα
    • λαγουδάκι
    • λαγός
    2
  3. Αντώνυμα
    0
  4. Ορισμός
    • μικρό ζώο της οικογένειας των λαγιδών, με μακριά αυτιά και μαλακό τρίχωμα
    • ενδυμασία ή αξεσουάρ που μοιάζει με κουνέλι
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το κουνελάκι έτρεξε γρήγορα στο δάσος.
    • Η μικρή κοπέλα φορούσε ένα σακίδιο με κουνελάκια.
    2