1. Λέξη
    μετακινούμαι (ρήμα) - (παρόμοια: μετακινώ - κινούμαι - συγκινούμαι)
  2. Συνώνυμα
    • κινώ
    • μεταφέρομαι
    • αλλάζω θέση
    • μεταβαίνω
    4
  3. Αντώνυμα
    • παραμένω
    • μένω ακίνητος
    • σταθεροποιούμαι
    3
  4. Ορισμός
    • Αλλάζω θέση ή τοποθεσία.
    • Πηγαίνω από ένα μέρος σε άλλο.
    • Απομακρύνομαι από μια αρχική θέση.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Μετακινούμαι συχνά για δουλειά.
    • Το φορτηγό μετακινήθηκε από τη μία άκρη της πόλης στην άλλη.
    • Οι διαδηλωτές μετακινούνται προς την πλατεία.
    3