1. Συνώνυμα
    • μετακινούμαι
    • κυλώ
    • πηγαίνω
    3
  2. Αντώνυμα
    • ακινώ
    • παραμένω
    • σταματώ
    3
  3. Ορισμός
    • Να αλλάζω θέση ή να μεταβάλλω τη θέση μου στο χώρο.
    • Να εκτελώ μια δράση ή να συμμετέχω σε μια δραστηριότητα.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Κινούμαι προσεκτικά για να μην πέσω.
    • Κινούμαι συνεχώς μεταξύ της δουλειάς και του σπιτιού.
    2