Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μεταφορέας (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
μεταφορά
-
μεταφορείς
-
μεταφορικός
-
φορέας
-
μετατροπέας
)
Συνώνυμα
φορέας
αγωγός
διανομέας
3
Αντώνυμα
δέκτης
παραλήπτης
2
Ορισμός
Αυτός που μεταφέρει κάτι από ένα σημείο σε άλλο.
Συσκευή ή μηχανισμός που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά υλικών ή πληροφοριών.
Οργανισμός ή πρόσωπο που μεταφέρει παθογόνα μικρόβια χωρίς να εκδηλώνει τα συμπτώματα της ασθένειας.
3
Παραδείγματα
Ο μεταφορέας φορτίου είναι υπεύθυνος για την ασφαλή μεταφορά των εμπορευμάτων.
Ο αγωγός νερού λειτουργεί ως μεταφορέας του νερού από τη δεξαμενή στα σπίτια.
Τα κουνούπια είναι γνωστοί μεταφορείς ασθενειών όπως η ελονοσία.
3