Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μεταφορικός (επίθετο) - (παρόμοια:
μεταφορά
-
μεταλλικός
-
μεταφορέας
-
μεταφορείς
-
μερικός
-
μεταβατικός
-
μεταδοτικός
-
μετωπικός
-
προφορικός
)
Συνώνυμα
αλληγορικός
συμβολικός
εικονικός
3
Αντώνυμα
κυριολεκτικός
άμεσος
πραγματικός
3
Ορισμός
που αναφέρεται ή χρησιμοποιείται με μεταφορική έννοια
που εκφράζει μια ιδέα ή έννοια με τη χρήση εικόνων ή συμβόλων
2
Παραδείγματα
Ο ποιητής χρησιμοποίησε μεταφορική γλώσσα για να περιγράψει τη θάλασσα.
Η φράση 'έχει καρδιά από χρυσάφι' είναι μεταφορική.
2