Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μιλήσεις (ρήμα) - (παρόμοια:
μιλήσω
-
πωλήσεις
-
πουλήσεις
)
Συνώνυμα
ομιλείς
λαλείς
συνομιλείς
3
Αντώνυμα
σιωπάς
αποσιωπάς
κωφεύεις
3
Ορισμός
να εκφράζεις λόγια ή ήχους με στόχο να επικοινωνήσεις
να συζητάς ή να απευθύνεις λόγο σε κάποιον
να εκφράζεις γνώμη ή ιδέες
3
Παραδείγματα
Θα μιλήσεις στην εκδήλωση αύριο;
Μου μίλησε για τα προβλήματά της.
Ο δάσκαλος μίλησε για τη σημασία της εκπαίδευσης.
3