Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μπαίνω (ρήμα) - (παρόμοια:
μπαινοβγαίνω
-
ξαναμπαίνω
-
σωπαίνω
-
μαθαίνω
)
Συνώνυμα
εισέρχομαι
πηγαίνω μέσα
καταφθάνω
3
Αντώνυμα
βγαίνω
φεύγω
εξέρχομαι
3
Ορισμός
Εισέρχομαι σε ένα χώρο ή σε μια κατάσταση.
Αρχίζω να συμμετέχω σε μια δραστηριότητα ή μια διαδικασία.
2
Παραδείγματα
Μπήκα στο δωμάτιο και έκλεισα την πόρτα.
Μπήκες στη σχολή φέτος;
Μπήκαμε στο θέμα χωρίς να το καταλάβουμε.
3