Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
οδηγός (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
οδηγώ
-
συνοδηγός
-
οδηγία
-
οδηγηθώ
)
Συνώνυμα
καθοδηγητής
συνοδός
ηγέτης
3
Αντώνυμα
ακολουθός
υποτακτικός
2
Ορισμός
Πρόσωπο που καθοδηγεί ή οδηγεί κάποιον σε μια διαδρομή ή σε μια διαδικασία.
Εγχειρίδιο ή βιβλίο που παρέχει πληροφορίες και οδηγίες για μια συγκεκριμένη χρήση ή διαδικασία.
2
Παραδείγματα
Ο οδηγός μας έδειξε τα σημαντικότερα αξιοθέατα της πόλης.
Αγόρασα έναν οδηγό για την εγκατάσταση του νέου λογισμικού.
2