1. Λέξη
    παρατηρητήριο (ουσιαστικό) - (παρόμοια: παρατηρητής - παρατηρητικός - παρατηρώ - κρατητήριο)
  2. Συνώνυμα
    • αστεροσκοπείο
    • παρατηρητήριο
    • παρατηρητήριο αστέρων
    3
  3. Αντώνυμα
    0
  4. Ορισμός
    • Κτίριο ή εγκατάσταση εξοπλισμένη με τηλεσκόπια και άλλα επιστημονικά όργανα για την παρατήρηση ουράνιων σωμάτων.
    • Τοποθεσία από την οποία γίνεται παρατήρηση φυσικών ή κοινωνικών φαινομένων.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το παρατηρητήριο του Αστεροσκοπείου Αθηνών βρίσκεται στον Πεντέλη.
    • Το παρατηρητήριο χρησιμοποιείται για την παρακολούθηση της ηφαιστειακής δραστηριότητας.
    2