Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
παρατηρητήριο (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
παρατηρητής
-
παρατηρητικός
-
παρατηρώ
-
κρατητήριο
)
Συνώνυμα
αστεροσκοπείο
παρατηρητήριο
παρατηρητήριο αστέρων
3
Αντώνυμα
0
Ορισμός
Κτίριο ή εγκατάσταση εξοπλισμένη με τηλεσκόπια και άλλα επιστημονικά όργανα για την παρατήρηση ουράνιων σωμάτων.
Τοποθεσία από την οποία γίνεται παρατήρηση φυσικών ή κοινωνικών φαινομένων.
2
Παραδείγματα
Το παρατηρητήριο του Αστεροσκοπείου Αθηνών βρίσκεται στον Πεντέλη.
Το παρατηρητήριο χρησιμοποιείται για την παρακολούθηση της ηφαιστειακής δραστηριότητας.
2