1. Λέξη
    παρατραβώ (ρήμα) - (παρόμοια: παραβώ - παρατραβάω - παρατραβηγμένος - παρατώ - παρατάω - παρατηρώ - παρατήσω)
  2. Συνώνυμα
    • τραβώ
    • σπρώχνω
    • εξωθώ
    3
  3. Αντώνυμα
    • αφήνω
    • απελευθερώνω
    • απομακρύνω
    3
  4. Ορισμός
    • Τραβώ κάτι με δύναμη προς μια κατεύθυνση.
    • Προκαλώ κάποιον να κάνει κάτι που δεν θέλει.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Παράτραψε το σχοινί με δύναμη για να λύσει τον κόμπο.
    • Τον παράτραψαν να πάρει μέρος στη διαδήλωση.
    2