Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
πιατάκι (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
πατατάκι
-
γατάκι
-
ματάκι
-
πραγματάκι
-
πλασματάκι
-
πηδηματάκι
)
Συνώνυμα
δισκάκι
πλακίδιο
ταψάκι
3
Αντώνυμα
0
Ορισμός
Μικρό πιάτο που χρησιμοποιείται για το σερβίρισμα φαγητού ή άλλων αντικειμένων.
Επίπεδο αντικείμενο, συνήθως κυκλικού σχήματος, που χρησιμοποιείται ως βάση ή για διακόσμηση.
2
Παραδείγματα
Το καφέ σερβίρεται σε ένα μικρό πιατάκι.
Το πιατάκι στο τραπέζι κρατάει τα μπισκότα.
2