1. Λέξη
    προβληθώ (ρήμα) - (παρόμοια: αποβληθώ - προβλήτα - προβλέπω - προβληματίζω - προβληματικός)
  2. Συνώνυμα
    • εμφανίζομαι
    • εξέρχομαι
    • προβάλλομαι
    3
  3. Αντώνυμα
    • αποκρύπτομαι
    • κρύβομαι
    • εξαφανίζομαι
    3
  4. Ορισμός
    • να εμφανιστώ ξαφνικά ή να γίνω ορατός
    • να προωθηθεί ή να προταθεί για κάτι
    • να εκτεθώ σε δημόσια θέα
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ο ήλιος προβλήθηκε από τα σύννεφα.
    • Προβλήθηκε ως υποψήφιος για τη θέση του προέδρου.
    • Η ταινία θα προβληθεί στο φεστιβάλ.
    3