1. Λέξη
    προγραμματισμός (ουσιαστικό) - (παρόμοια: προγραμματισμένος - προγραμματιστής - προγραμματίζω)
  2. Συνώνυμα
    • σχεδιασμός
    • οργάνωση
    • προετοιμασία
    3
  3. Αντώνυμα
    • απροετοιμασία
    • ατακτοποίηση
    • αναρχία
    3
  4. Ορισμός
    • Η διαδικασία σχεδιασμού και οργάνωσης ενός προγράμματος ή μιας σειράς ενεργειών για την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων.
    • Η δημιουργία ενός σχεδίου ή μιας στρατηγικής για την εκτέλεση μιας εργασίας ή ενός έργου.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο προγραμματισμός της ημερίδας περιλαμβάνει διάφορες ομιλίες και εργαστήρια.
    • Η ομάδα ασχολείται με τον προγραμματισμό των επόμενων εκδηλώσεων.
    2