Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
προσδιορίζω (ρήμα) - (παρόμοια:
προσδιορίσω
-
διορίζω
-
περιορίζω
-
προσεγγίζω
)
Συνώνυμα
καθορίζω
ορίζω
προσδιορίζω με ακρίβεια
3
Αντώνυμα
αφήνω απροσδιόριστο
αφήνω αόριστο
2
Ορισμός
Καθορίζω ή ορίζω με ακρίβεια και λεπτομέρεια.
Προσδιορίζω τα όρια ή τις ιδιότητες κάποιου πράγματος.
2
Παραδείγματα
Ο επιστήμονας προσδιορίζει τα χαρακτηριστικά του νέου χημικού στοιχείου.
Η έρευνα προσδιορίζει τους παράγοντες που επηρεάζουν την οικονομική ανάπτυξη.
2