Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
σοβαρά (επίρρημα) - (παρόμοια:
σοβαρός
-
σοβαρολογώ
-
σοβαρότητα
-
σοβαρεύομαι
)
Συνώνυμα
εντάξει
πραγματικά
αληθινά
3
Αντώνυμα
αστειευόμενος
επιπόλαια
αδιάφορα
3
Ορισμός
Με σοβαρότητα, χωρίς αστεϊσμό ή επιπολαιότητα.
Με σημαντικότητα ή βαρύτητα.
2
Παραδείγματα
Μίλησε πολύ σοβαρά για το θέμα.
Πρέπει να αντιμετωπίσουμε σοβαρά την κατάσταση.
2