1. Λέξη
    συμφωνητικό (επίθετο) - (παρόμοια: συμφωνικός - συμφωνώ - συμφωνία - φωνητικός - συμφωνήσω - συμφωνείτε - συμφωνούμε)
  2. Συνώνυμα
    • συμφωνών
    • ομοφωνητικός
    • συνεπής
    3
  3. Αντώνυμα
    • αντιφατικός
    • διαφωνητικός
    • αντίθετος
    3
  4. Ορισμός
    • που εκφράζει συμφωνία ή ομοφωνία
    • που είναι σύμφωνος με κάτι
    • που χαρακτηρίζεται από αρμονία ή συνοχή
    3
  5. Παραδείγματα
    • Οι δύο πλευρές υπέγραψαν ένα συμφωνητικό έγγραφο.
    • Η συμφωνητική τους στάση έδειχνε ότι είχαν λύσει τις διαφορές τους.
    • Ένα συμφωνητικό κείμενο υπογράφηκε μετά από μακρές διαπραγματεύσεις.
    3