Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
συμφωνικός (επίθετο) - (παρόμοια:
συμφωνώ
-
συμφωνητικό
-
συμφωνία
-
συμφωνήσω
-
στερεοφωνικός
-
συμφωνούμε
-
συμβατικός
-
συμφωνείτε
-
συμβολικός
-
τηλεφωνικός
)
Συνώνυμα
αρμονικός
συντονισμένος
ομοφωνικός
3
Αντώνυμα
δυσαρμονικός
ασυντονισμένος
αντιφωνητικός
3
Ορισμός
που χαρακτηρίζεται από αρμονία ή συμφωνία
που σχετίζεται με τη συμφωνία ή την ομοφωνία
που δείχνει ομοφωνία ή συμφωνία σε απόψεις ή πράξεις
3
Παραδείγματα
Οι συμφωνικοί ήχοι της ορχήστρας μαγέρεψαν το κοινό.
Η συμφωνική τους σχέση έκανε την συνεργασία εύκολη.
Οι συμφωνικές απόψεις τους οδήγησαν σε γρήγορη συμφωνία.
3