Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
συμφωνώ (ρήμα) - (παρόμοια:
συμφωνία
-
συμφωνήσω
-
συμφωνούμε
-
συμφωνείτε
-
συμφωνικός
-
συμφωνητικό
)
Συνώνυμα
συμβαίνω
εγκρίνω
ομολογώ
3
Αντώνυμα
διαφωνώ
αντιτίθεμαι
αρνούμαι
3
Ορισμός
Εκφράζω την αποδοχή ή την έγκριση μιας πρότασης, ιδέας ή γνώμης.
Είμαι της ίδιας γνώμης ή άποψης με κάποιον άλλο.
2
Παραδείγματα
Συμφώνησα με την πρότασή του γιατί μου φάνηκε λογική.
Όλοι συμφωνούν ότι πρέπει να βελτιώσουμε την ποιότητα της ζωής μας.
2