Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
τιμή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
τιμ
-
τιμήσω
-
τιμώ
-
τιμήσουν
-
τιμάω
)
Συνώνυμα
αξία
κόστος
τιμολόγιο
προσφορά
4
Αντώνυμα
ατιμία
αξιοπρέπεια
υποτίμηση
3
Ορισμός
Η ποσότητα χρημάτων που ζητείται ή δίνεται για κάτι.
Η εκτίμηση της αξίας κάποιου ή κάτι.
Η ηθική ή κοινωνική αξία που αποδίδεται σε κάποιον ή κάτι.
3
Παραδείγματα
Η τιμή του αυτοκινήτου είναι πολύ υψηλή.
Η τιμή της ειλικρίνειας είναι ανεκτίμητη.
Έδωσε μεγάλη τιμή στη γνώμη του φίλου του.
3