1. Συνώνυμα
    • υποκύπτω
    • υποχωρώ
    • παραδίνομαι
    3
  2. Αντώνυμα
    • αντιστέκομαι
    • αντιδρώ
    • εξεγείρομαι
    3
  3. Ορισμός
    • να δείχνω υποταγή ή να παραδίνομαι σε κάποιον ή σε κάτι
    • να δέχομαι κάτι χωρίς αντίσταση
    • να υποκύπτω σε πίεση ή επιρροή
    3
  4. Παραδείγματα
    • Αποφάσισε να υποβληθεί στις επιθυμίες των γονιών του.
    • Ο στρατός υποχώρησε και υποβλήθηκε στον εχθρό.
    • Δεν πρέπει να υποβάλλεσαι σε κανέναν που προσπαθεί να σε ελέγξει.
    3