Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
φορτηγάκι (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
φορτηγό
-
φορτηγίδα
-
φορτηγατζής
)
Συνώνυμα
φορτηγό
φορτηγό αυτοκίνητο
βαν
3
Αντώνυμα
επιβατικό αυτοκίνητο
ποδήλατο
μοτοσικλέτα
3
Ορισμός
Μικρό φορτηγό όχημα που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά εμπορευμάτων ή άλλων αντικειμένων.
1
Παραδείγματα
Το φορτηγάκι του καταστήματος έφτασε για να παραδώσει τα νέα έπιπλα.
Ο πατέρας μου χρησιμοποιεί το φορτηγάκι για να μεταφέρει τα εργαλεία του.
2