1. Λέξη
    φορτηγατζής (ουσιαστικό) - (παρόμοια: φορτηγό - φορτηγίδα - φορτηγάκι)
  2. Συνώνυμα
    • οδηγός φορτηγού
    • φορτηγαδόρος
    • επαγγελματίας οδηγός
    3
  3. Αντώνυμα
    • πεζός
    • επιβάτης
    2
  4. Ορισμός
    • Άτομο που οδηγεί επαγγελματικά φορτηγό αυτοκίνητο για μεταφορά εμπορευμάτων.
    • Επαγγελματίας οδηγός που ειδικεύεται στη μεταφορά φορτίων με μεγάλα οχήματα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο φορτηγατζής έφτασε στην ώρα του για να παραλάβει το φορτίο.
    • Ο πατέρας μου ήταν φορτηγατζής και ταξίδευε σε όλη την Ευρώπη.
    2