1. Λέξη
    χαντάκι (ουσιαστικό) - (παρόμοια: χαρτάκι - τσαντάκι - χαράκι - χαλάκι)
  2. Συνώνυμα
    • αυλάκι
    • τράγος
    • ρεματιά
    3
  3. Αντώνυμα
    • ύψωμα
    • λόφος
    • ανάχωμα
    3
  4. Ορισμός
    • Μικρή εσοχή ή εγκοπή στο έδαφος που δημιουργείται συνήθως από τη ροή του νερού.
    • Στενό και ρηχό κανάλι που χρησιμοποιείται για άρδευση ή αποχέτευση νερού.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το χαντάκι στο χωράφι βοηθάει στην αποφυγή των πλημμυρών.
    • Οι αγρότες χρησιμοποιούν χαντάκια για να αρδεύουν τις καλλιέργειές τους.
    2