Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
χαράκι (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
χαρτάκι
-
χαρά
-
χαράκωμα
-
χαράζω
-
ψαράκι
-
χαλάκι
-
χεράκι
-
χαράσσω
-
χαντάκι
-
μπαράκι
-
χαράδρα
)
Συνώνυμα
γραμμή
παύλα
ρίγα
3
Αντώνυμα
επιφάνεια
πεδίο
2
Ορισμός
Μια λεπτή γραμμή που χαράσσεται σε μια επιφάνεια.
Ένας μικρός αυλάκωτος χώρος μεταξύ δύο επιφανειών.
2
Παραδείγματα
Έκανε ένα χαράκι στο χαρτί για να ξεχωρίσει τις λέξεις.
Το χαράκι στο δάπεδο βοηθάει στην ευθυγράμμιση των πλακιδίων.
2