Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
χρησιμοποιούν (ρήμα) - (παρόμοια:
χρησιμοποιώ
-
χρησιμοποιήσω
-
χρησιμοποιείς
-
χρησιμοποιείται
-
χρησιμοποιημένος
)
Συνώνυμα
χρησιμοποιώ
αξιοποιώ
εφαρμόζω
3
Αντώνυμα
απορρίπτω
αποφεύγω
παραμελώ
3
Ορισμός
Να κάνω χρήση κάποιου πράγματος ή κάποιου για έναν συγκεκριμένο σκοπό.
Να εφαρμόζω μια μέθοδο, μια τεχνική ή μια ιδέα σε μια συγκεκριμένη κατάσταση.
2
Παραδείγματα
Χρησιμοποιούν τον υπολογιστή για να γράψουν την εργασία τους.
Οι γιατροί χρησιμοποιούν νέες τεχνικές για να θεραπεύουν τους ασθενείς.
2