1. Λέξη
    αναμόρφωση (ουσιαστικό) - (παρόμοια: διαμόρφωση - μόρφωση - μεταμόρφωση - παραμόρφωση - συμμόρφωση)
  2. Συνώνυμα
    • ανασυγκρότηση
    • αναδιάρθρωση
    • αναδιοργάνωση
    3
  3. Αντώνυμα
    • κατάρρευση
    • αποδιοργάνωση
    • αποσύνθεση
    3
  4. Ορισμός
    • Η διαδικασία ή το αποτέλεσμα της αναμόρφωσης, δηλαδή της επαναφοράς σε καλύτερη κατάσταση ή μορφή.
    • Η αλλαγή της δομής ή της οργάνωσης κάποιου πράγματος με σκοπό τη βελτίωσή του.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η αναμόρφωση του εκπαιδευτικού συστήματος αποσκοπεί στη βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης.
    • Μετά τον πόλεμο, η χώρα χρειάστηκε μεγάλη αναμόρφωση των υποδομών της.
    2