Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
αναπτυγμένος (επίθετο) - (παρόμοια:
αναμμένος
-
αναμεμειγμένος
-
ανακατεμένος
-
αναγκασμένος
-
αναπτυχθώ
)
Συνώνυμα
ανεπτυγμένος
εξελιγμένος
προηγμένος
3
Αντώνυμα
απροχώρητος
αναπτύξιμος
υπανάπτυκτος
3
Ορισμός
που έχει αναπτυχθεί σε μεγάλο βαθμό
που έχει φτάσει σε υψηλό επίπεδο ανάπτυξης
που χαρακτηρίζεται από πρόοδο και βελτίωση
3
Παραδείγματα
Η χώρα μας είναι μια αναπτυγμένη οικονομία.
Οι αναπτυγμένες τεχνολογίες διευκολύνουν τη ζωή μας.
Ένα αναπτυγμένο παιδί έχει πολλές δεξιότητες.
3