Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ανταποκριτής (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
ανταποκριθώ
-
υποκριτής
-
ανακριτής
-
ανταποκρίνομαι
-
ανταποδώ
)
Συνώνυμα
ανταποκρινομένος
ανταποκριτής-συντάκτης
εκπρόσωπος
3
Αντώνυμα
αποστερητής
αποκλειστής
2
Ορισμός
Πρόσωπο που απαντά ή ανταποκρίνεται σε κάτι.
Επαγγελματίας που αναφέρει ειδήσεις από απομακρυσμένη τοποθεσία για εφημερίδα, τηλεόραση ή ραδιόφωνο.
2
Παραδείγματα
Ο ανταποκριτής της εφημερίδας έστειλε λεπτομερή αναφορά από το θέατρο των γεγονότων.
Ο ανταποκριτής μας στην Αθήνα θα μας ενημερώσει για τις τελευταίες εξελίξεις.
2