1. Λέξη
    απαλά (επίθετο) - (παρόμοια: απαλός - αλά - απαλύνω - απαλλαγώ - απαλλάξω - απαλλαγή)
  2. Συνώνυμα
    • ήπια
    • μαλακά
    • τρυφερά
    3
  3. Αντώνυμα
    • σκληρά
    • αγρια
    • βίαια
    3
  4. Ορισμός
    • Με τρόπο που δεν προκαλεί πόνο ή δυσφορία.
    • Με ευαισθησία και κατανόηση.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η μητέρα χάιδεψε απαλά το παιδί της.
    • Μίλησε απαλά για να μην τρομάξει το ζώο.
    2