1. Συνώνυμα
    • ασχολούμαι
    • εργάζομαι
    • δουλεύω
    3
  2. Αντώνυμα
    • αδρανώ
    • τεμπελιάζω
    2
  3. Ορισμός
    • Είμαι απασχολημένος με μια δραστηριότητα ή εργασία.
    • Ασχολούμαι με κάτι που απαιτεί την προσοχή ή τον χρόνο μου.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Απασχολούμαι με την οικογένειά μου τα Σαββατοκύριακα.
    • Τελευταία απασχολούμαι με μια νέα εργασία.
    2