Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
απασχολούμαι (ρήμα) - (παρόμοια:
ασχολούμαι
-
απασχολώ
-
ασχολούμαστε
-
απαρνούμαι
-
απειλούμαι
-
αποτελούμαι
-
απολογούμαι
-
απασχολημένο
)
Συνώνυμα
ασχολούμαι
εργάζομαι
δουλεύω
3
Αντώνυμα
αδρανώ
τεμπελιάζω
2
Ορισμός
Είμαι απασχολημένος με μια δραστηριότητα ή εργασία.
Ασχολούμαι με κάτι που απαιτεί την προσοχή ή τον χρόνο μου.
2
Παραδείγματα
Απασχολούμαι με την οικογένειά μου τα Σαββατοκύριακα.
Τελευταία απασχολούμαι με μια νέα εργασία.
2