1. Συνώνυμα
    • αναστατώνομαι
    • τρομάζω
    • φοβάμαι
    3
  2. Αντώνυμα
    • ασφαλίζομαι
    • προστατεύομαι
    • ηρεμώ
    3
  3. Ορισμός
    • Νιώθω ότι βρίσκομαι σε κίνδυνο ή ότι μπορεί να μου συμβεί κάτι κακό.
    • Υφίσταμαι την πιθανότητα να βλάψω ή να υποστώ ζημιά.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Απειλούμαι από τους γείτονές μου που με κατηγορούν άδικα.
    • Ο πληθυσμός της περιοχής απειλείται από την πλημμύρα.
    2