1. Λέξη
    βασιλικό (επίθετο) - (παρόμοια: βασιλικός - βασιλιάς - βασικός - βασιλεία - βασιλεύω)
  2. Συνώνυμα
    • βασιλικός
    • αυτοκρατορικός
    • μεγαλοπρεπής
    3
  3. Αντώνυμα
    • απλός
    • ταπεινός
    • δημοτικός
    3
  4. Ορισμός
    • Ανήκει ή σχετίζεται με τον βασιλιά ή τη βασιλεία.
    • Έχει μεγαλοπρέπεια ή επισημότητα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το βασιλικό παλάτι ήταν εντυπωσιακό.
    • Η βασιλική οικογένεια πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη.
    2