1. Συνώνυμα
    • καταλαβαίνω
    • αντιλαμβάνομαι
    • επίσταμαι
    3
  2. Αντώνυμα
    • αγνοώ
    • λανθάνομαι
    2
  3. Ορισμός
    • Να έχω γνώση ή επίγνωση για κάτι.
    • Να γίνομαι εξοικειωμένος με κάποιον ή κάτι μέσω εμπειρίας ή μελέτης.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Γνωρίζω πολύ καλά την ιστορία της Ελλάδας.
    • Πρέπει να γνωρίζεις τους κανόνες πριν παίξεις το παιχνίδι.
    2