Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
διακοσμητής (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
διακοσμητικό
-
διακοσμητικός
-
διακινητής
-
διακομιστής
-
διαιτητής
)
Συνώνυμα
στολίστης
διακοσμητικός
διαμορφωτής
3
Αντώνυμα
αποδιοργανωτής
αποσυνθέτης
2
Ορισμός
Επαγγελματίας που ασχολείται με τη διακόσμηση εσωτερικών ή εξωτερικών χώρων.
Πρόσωπο που εμπλουτίζει την αισθητική εμφάνιση ενός αντικειμένου ή χώρου.
2
Παραδείγματα
Ο διακοσμητής μετέτρεψε το σαλόνι σε έναν κομψό και μοντέρνο χώρο.
Η διακοσμήτρια επέλεξε τα πιο κατάλληλα υφάσματα για τη διακόσμηση του ξενοδοχείου.
2