1. Λέξη
    διακοσμητής (ουσιαστικό) - (παρόμοια: διακοσμητικό - διακοσμητικός - διακινητής - διακομιστής - διαιτητής)
  2. Συνώνυμα
    • στολίστης
    • διακοσμητικός
    • διαμορφωτής
    3
  3. Αντώνυμα
    • αποδιοργανωτής
    • αποσυνθέτης
    2
  4. Ορισμός
    • Επαγγελματίας που ασχολείται με τη διακόσμηση εσωτερικών ή εξωτερικών χώρων.
    • Πρόσωπο που εμπλουτίζει την αισθητική εμφάνιση ενός αντικειμένου ή χώρου.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο διακοσμητής μετέτρεψε το σαλόνι σε έναν κομψό και μοντέρνο χώρο.
    • Η διακοσμήτρια επέλεξε τα πιο κατάλληλα υφάσματα για τη διακόσμηση του ξενοδοχείου.
    2