Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
διακοσμητικός (επίθετο) - (παρόμοια:
διακοσμητικό
-
διακοσμητής
-
διαβητικός
-
διακριτικός
-
διανοητικός
-
διοικητικός
)
Συνώνυμα
στολιστικός
διακοσμητικός
καλλωπιστικός
3
Αντώνυμα
απλός
αδιακόσμητος
ακαλλώπιστος
3
Ορισμός
που χρησιμεύει για διακόσμηση ή στολίδι
που έχει σχέση με τη διακόσμηση
που προσδίδει αισθητική ευπρέπεια
3
Παραδείγματα
Ο διακοσμητικός πίνακας στο σαλόνι δίνει μια ζωηρή ατμόσφαιρα στο δωμάτιο.
Η διακοσμητική λάμπα προσφέρει όχι μόνο φως αλλά και στυλ.
Χρησιμοποίησαν διακοσμητικά στοιχεία για να ενισχύσουν την ομορφιά της αίθουσας.
3