1. Συνώνυμα
    • σκοτώσω
    • φονεύσω
    • εκτελέσω
    3
  2. Αντώνυμα
    • προστατέψω
    • διαφυλάξω
    • σώσω
    3
  3. Ορισμός
    • να σκοτώσω κάποιον με πρόθεση και συχνά με δόλο
    • να αφαιρέσω τη ζωή κάποιου με εγκληματικό τρόπο
    2
  4. Παραδείγματα
    • Ο δολοφόνος ορκίστηκε ότι θα δολοφονήσει τον μάρτυρα.
    • Σκοπός του ήταν να δολοφονήσει τον πολιτικό αντίπαλο του.
    2